Η ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΣΤΟΝ ΚΥΝΗΓΟΤΟΠΟ

Τα πρώτα βήματα του κυνηγόσκυλου στο φυσικό περιβάλλον είναι καθοριστικά για την εξέλιξή του συνεπώς προυποθέτουν ευθύνη και γνώσεις από τον κυνηγό.
Όταν ο σκύλος ολοκληρώσει την εκμάθηση των εντολών στο ακέραιο και βρίσκεται πλέον σε ηλικία ενός έτους περίπου, είμαστε έτοιμοι να ξεκινήσουμε την εξειδικευμένη εκπαίδευση. Δίνουμε μεγάλη σημασία στην ηλικία του σκύλου γιατί πρέπει να έχει ολοκληρωθεί η σωματική και η πνευματική του ανάπτυξη.Στις μικρόσωμες φυλές (Μπηγκλ, Μπασέ και γενικά αυτές που κατά μέσο όρο έχουν ύψος 50-55 εκ.) η ειδική εκπαίδευση μπορεί να αρχίσει και από την ηλικία των δέκα μηνών. Στους μεγαλόσωμους σκύλους με ύψος 60-70 εκ. αρχίζει από τους 12 μήνες και μετά.
Σκύλοι που βγαίνουν στο κυνήγι πριν ωριμάσουν σωματικά, όπως λένε και οι κτηνίατροι, παθαίνουν διόγκωση της καρδιάς και ζημιά στα νεφρά, με αποτέλεσμα να έχουν προβλήματα στην υπόλοιπη ζωή τους, να πεθάνουν ξαφνικά από καρδιακή ανακοπή και γενικά να αντιμετωπίζουν προβλήματα υγείας που αντανακλούν στην κυνηγετική τους απόδοση. Γι’ αυτό το λόγο δεν πρέπει να βιαζόμαστε.
Εκπαίδευση στα εμπόδια
Επειδή σε λίγο καιρό θα βγούμε στο φυσικό περιβάλλον για να συνεχίσουμε την εκπαίδευση και στο άμεσο μέλλον θα ξεκινήσουμε το κυνήγι σε διαφορετικές περιοχές με ποικιλία εδαφικής μορφολογίας, πρέπει να προετοιμάσουμε το σκύλο για τις δυσκολίες που θα συναντήσει.
Αυτές οι δυσκολίες είναι τα ρέματα ή οι φράχτες που πρέπει να πηδήσει, τα ποτάμια που πρέπει να περάσει κολυμπώντας (οι λαγοί είναι θαυμάσιοι κολυμβητές και δε φοβούνται καθόλου να πέσουν στο νερό όταν νιώθουν πίσω τους το σκύλο), οι βράχοι που πρέπει να σκαρφαλώσει ή να κατεβεί, οι πυκνές και αγκαθωτές συστάδες του πουρναριού και τόσα άλλα δύσκολα σημεία. Τώρα, η ηλικία του σκύλου είναι κατάλληλη γι’ αυτή την εκπαίδευση. Παράλληλα με τις ασκήσεις ιχνηλασίας, μπορούμε να του κάνουμε μαθήματα στα εμπόδια.
1.Ξεκινάμε με εμπόδια μικρού ύψους στην αρχή, π.χ. 50 cm. Κατασκευάζουμε μόνοι μας με τρεις σανίδες σε σχήμα (Π) ένα απλό εμπόδιο. Παίρνουμε το σκύλο με το λουρί, τον βάζουμε μπροστά στο εμπόδιο και τον παροτρύνουμε να το πηδήξει δίνοντας την εντολή “πήδα”, τραβώντας προς τα πάνω και μπρος το περιλαίμιο, για να του δείξουμε την κίνηση που πρέπει να κάνει. Αν το κάνει με επιτυχία, επαναλαμβάνουμε το ίδιο μερικές φορές, ενώ αν αρνηθεί, προσπαθούμε μέχρι να το πετύχουμε.
2. Άλλος τρόπος είναι να βάλουμε το εμπόδιο ανάμεσα σε μας και το σκύλο. Λέγοντας “πήδα” και τραβώντας ελαφρά το λουρί προς το μέρος μας, τον αναγκάζουμε να πηδήξει.
3. Επίσης, ένας τρίτος τρόπος είναι να πηδήξουμε εμείς πρώτα και να τον παρασύρουμε κατά κάποιον τρόπο να μας ακολουθήσει στο πήδημα του εμποδίου. Σίγουρα, σε μία απ’ όλες τις περιπτώσεις, θα καταφέρουμε το σκύλο να πηδάει το χαμηλό εμπόδιο, μετά σιγά-σιγά μεγαλώνουμε το ύψος, αντικαθιστώντας το εμπόδιο σχήματος (Π) με μία τάβλα σανιδένια, για να μην περνάει από κάτω. Με τις συνεχείς επαναλήψεις τής παραπάνω άσκησης θα φτάσουμε στο σημείο να εγκαταλείψουμε το λουρί πλέον και ο σκύλος να πηδάει το εμπόδιο ακούγοντας μόνο την εντολή “πήδα”. Στη συνέχεια, αντί για τάβλα χρησιμοποιούμε φυσικούς φράχτες ή τοίχους ανάλογου ύψους.
Όπως έχουμε πει, ο σκύλος αυτή την περίοδο πρέπει να βγαίνει τακτικά περίπατο σε φυσικό περιβάλλον, ενδιάμεσα στο χρονικό διάστημα της εκπαίδευσης, αφενός για να γνωρίσει τις διάφορες μυρωδιές και αφετέρου για να γυμνάζεται σωματικά. Αφού έμαθε πλέον να πηδάει εμπόδια, τώρα είναι εύκολο να τον πάμε σε μέρος βραχώδες, όπου θα τον αναγκάσουμε να ανεβεί και να κατεβεί απότομους βράχους, αποκτώντας έτσι εμπειρία στα σκληρά εδάφη.
Η σημασία της ειδικής εκπαίδευσης
Σαν παρένθεση θα σας αναφέρω ένα σχετικό γεγονός που είδα με τα μάτια μου. Λίγες μέρες πριν αρχίσει το κυνήγι του λαγού, συνάντησα στο βουνό ένα συνάδελφό μας, ο οποίος έβγαλε 10 σκυλιά μεγάλα και μικρά για εκπαίδευση. Από τα 10 το ένα μόνο είχε σηκώσει λαγό και τον καταδίωκε.
Τα υπόλοιπα τριγύριζαν από ’δω και από ’κει σ’ όλες τις κατευθύνσεις, χωρίς προορισμό. Κάποιο απ’ όλα όταν άκουγε τα κλιαφίσματα, προσπαθούσε να εντοπίσει τη θέση του “αρχηγού” (ακουστικά), που ήδη βρισκόταν πάνω στην καταδίωξη, έτρεχε προς τα ‘κει κλιαφίζοντας και μετά από λίγα λεπτά ξαναγύριζε πίσω άπραγο, είτε επειδή δεν μπορούσε να τον εντοπίσει είτε επειδή δεν μπορούσε να τον ακολουθήσει. Αφού χωρίσαμε με τον κυνηγό και πήραμε αντίθετες κατευθύνσεις, καθώς περπατούσα στο χωματόδρομο, άκουσα γοερά κλάματα και ουρλιαχτά μικρού σκύλου.
΄Ετρεξα γρήγορα προς τα ’κει να δω τι συμβαίνει και αντίκρισα έναν “Γκέκα”, 7-8 μηνών περίπου, να προσπαθεί να κατεβεί ένα βραχάκι μικρού ύψους και επειδή φοβόταν να πηδήσει, έβαλε τα κλάματα καλώντας σε βοήθεια, χωρίς να προσπαθεί να βρει άλλο δρόμο. Τον βοήθησα να κατέβει το βραχάκι και μετά με δυσκολία κατόρθωσα να τον πείσω ότι δεν είμαι το αφεντικό του. Να γιατί χρειάζεται η εκπαίδευση στα εμπόδια.
Εκπαίδευση στο νερό
Όλα τα σκυλιά αγαπούν το νερό και είναι άριστοι κολυμβητές από τη φύση τους. Στην αρχή θα πάμε με το σκύλο μας σε μικρά ρυάκια ή λιμνούλες, τις οποίες θα διασχίσουμε μαζί του, έτσι ώστε να συνηθίσει την επαφή με το νερό. Σιγά-σιγά θα τον πάμε σε βαθύτερα και ήσυχα νερά για να τον αναγκάσουμε να κολυμπήσει, εφόσον δε θα πατώνει. Αν αρνείται να κολυμπήσει, μπαίνουμε μαζί του στο νερό και τον αναγκάζουμε χωρίς βία να μας ακολουθήσει.
Το ίδιο μπορούμε να εφαρμόσουμε σε ήσυχη θάλασσα. Δεν πρέπει να κάνουμε το λάθος που γίνεται από πολλούς. Πετούν το σκύλο στα βαθιά και νομίζουν ότι έτσι έμαθε μπάνιο. Όμως, ο σκύλος έτσι κι αλλιώς ξέρει μπάνιο και θα κολυμπήσει αναγκαστικά να βγει έξω, αλλά ποτέ δε θα το κάνει από ’κει και πέρα μόνος του, γιατί απέκτησε άσχημη εμπειρία με το νερό. Ένας καλός τρόπος να μάθουμε το σκύλο να περνάει ρυάκια και ποτάμια, όταν κυνηγάει το θήραμα, είναι ο παρακάτω.
Βρίσκουμε ένα ποταμάκι με μικρό πλάτος έτσι που ο σκύλος να βλέπει στην απέναντι όχθη καθαρά, και βάθος γύρω στα 70-80 cm, το οποίο εμείς να περνάμε περπατώντας, ενώ ο σκύλος μόνο κολυμπώντας. Δίνουμε σ’ έναν φίλο μας ένα κουνέλι που θα το σβαρνίσει κάθετα προς τη μία όχθη μέχρι την άκρη του νερού. Μετά, με το κουνέλι στην αγκαλιά του περνάει το ποταμάκι και βγαίνει στην απέναντι όχθη, όπου και περιμένει. Εμείς βάζουμε το σκύλο στον ντορό και μόλις φτάσει στην ακροποταμιά κάνουμε νόημα στο φίλο μας ν’ αφήσει το κουνέλι ελεύθερο σε σημείο που να το βλέπουμε πολύ καλά.
Δείχνουμε το κουνέλι στο σκύλο λέγοντας την εντολή “πάρ’ το”. Αν ο σκύλος ριχτεί στο νερό αμέσως, τον ακολουθούμε από πίσω. Σε διαφορετική περίπτωση, μπαίνουμε εμείς πρώτοι στο νερό και σίγουρα θα μας ακολουθήσει μέχρι την απέναντι όχθη. Καλή εκπαίδευση στα νερά μπορεί να γίνει με έναν έμπειρο σκύλο που κολυμπάει άριστα και αγαπάει το νερό. Ο μαθητής μας θα μιμηθεί όλες τις ενέργειες του “μαθημένου” σκύλου, χωρίς αναστολές.
Εκπαίδευση στα πυκνά
Για να μάθει ο σκύλος τα πυκνά και αγκαθωτά μέρη, πρέπει να μπαίνουμε μαζί του σε τέτοιες περιοχές. Στην αρχή τον πηγαίνουμε σε σχεδόν αραιά δάση, όπου μπορούμε κι εμείς να περπατήσουμε μαζί του, για να τον ενθαρρύνουμε στις διάφορες αναστολές και δυσκολίες. Μετά πάμε σε πιο πυκνά, μέχρι να φτάσουμε στα πουρνάρια, που τα θεωρώ τα πιο δύσκολα μέρη. Εδώ μπορεί να σκίσουμε μερικά παντελόνια, αλλά αξίζει ο κόπος. Θα δημιουργήσουμε ντορό με κουνέλι, που να καταλήγει σε πυκνό πουρναρωτό μέρος.
Μετά από μία-δύο ώρες, θα βάλουμε το σκύλο στον ντορό, για να δούμε αν θα μπει στο πυκνό, για να ξεσηκώσει το κουνέλι. Αν δεν το κάνει μόνος του, θα μπούμε κι εμείς μαζί του, για να του δείξουμε ότι δεν πρέπει να φοβάται τα πυκνά. Μετά από μερικές επαναλήψεις δεν θα έχουμε προβλήματα με τα πουρνάρια και τα αγκαθωτά μέρη.
Ιχνηλασία και καταδίωξη σε ελεύθερο χώρο
Αφού τελειώσαμε την εκπαίδευση σε περιορισμένο χώρο, πρέπει να συνεχίσουμε σε ελεύθερο χώρο πλέον. Διαλέγουμε μία περιοχή με ποικιλία βλάστησης, όπου θα υπάρχουν λιβάδια, θάμνοι, δέντρα, λόφοι, ρεματιές, ανηφόρες και κατηφόρες. Αποφεύγουμε προς το παρόν ορεινά μέρη με πέτρες, δύσβατα και γενικά όσα είναι δύσκολα και κουραστικά για το σκύλο.
Στην αρχή προσπαθούμε, όσο το δυνατόν, να μη δημιουργήσουμε δυσκολίες, μετά όσο προχωράει η εκπαίδευση και υπάρχει βελτίωση, αλλάζουμε μέρη, με βαθμούς δυσκολίας όλο και μεγαλύτερους. Δηλαδή, στο τέλος θα καταλήξουμε και στην πιο κακοτράχαλη ορεινή περιοχή με πυκνά και σφιχτά μέρη, ώστε να αποκτήσει ο σκύλος πολλές εδαφικές και κλιματολογικές εντυπώσεις. Είναι πολύ συνηθισμένο φαινόμενο ο “τοπικισμός” στους Ιχνηλάτες που κυνηγούν συνέχεια στο ίδιο μέρος, δηλαδή δεν κυνηγούν καθόλου σε περιοχές που δεν γνωρίζουν.
Ποιες είναι οι αιτίες αυτού του φαινομένου;
Κυρίως, όταν ο σκύλος ζει και κυνηγά όλα του τα χρόνια στην ίδια περιοχή, χωρίς να γνωρίζει άλλα μέρη. Τέτοια σκυλιά είναι οι Ιχνηλάτες που ακολουθούν τα πρόβατα στη βοσκή, και όσοι ζουν σε χωριά ελεύθεροι, χωρίς να νιώσουν ποτέ περιλαίμιο στο λαιμό τους, είναι ανεξάρτητοι. Δεν κυνήγησαν ποτέ μεθοδικά, δεν εκπαιδεύτηκαν ποτέ για συγκεκριμένο θήραμα και ίσως δεν ανέβηκαν ποτέ σε αυτοκίνητο. Κυνηγούν όλα τα θηράματα για την “πάρτη” τους, γιατί είναι πεινασμένοι. Επίσης, αυτό το φαινόμενο παρουσιάζεται και σε σκύλους εκπαιδευμένους πλήρως, αν ο κυνηγός δε μετακινείται σε άλλες περιοχές με διαφορετική ποικιλία σε φυτά, ζώα, έδαφος και κλίμα.
Ειδικά, όταν αυτού του είδους ο σκύλος είναι και μεγάλος σε ηλικία, δύσκολα προσαρμόζεται σε νέο περιβάλλον, γιατί έμαθε σπιθαμή προς σπιθαμή όλα τα μονοπάτια, τις πλαγιές, τις χαράδρες και τις κορυφές της συγκεκριμένης περιοχής. Είναι η περιοχή που κυριαρχεί, όπου έχει ουρήσει χιλιάδες φορές, για να δείξει την παρουσία του, γνωρίζει τους εχθρούς του και ξέρει να προφυλάγεται απ’ αυτούς, γνωρίζει όλους τους τσοπάνηδες, τα κοπάδια και τα τσοπανόσκυλα, ξέρει πού βρίσκονται τα αγριογούρουνα, τα ζαρκάδια, γνωρίζει καλά όλα τα πιθανά γιατάκια των λαγών, γιατί έχει σηκώσει εκατοντάδες μέχρι τώρα. Νιώθει με λίγα λόγια ασφάλεια, ξέρει πού βαδίζει, γιατί τόσα χρόνια έμαθε από τα παθήματα που του συνέβησαν.
Αυτά τα σκυλιά είναι άριστα στην περιοχή τους. Έχουν καταγράψει όλες τις “οσφρητικές εντυπώσεις” της περιοχής στο μυαλό τους, έχουν τεράστια εμπειρία και όσα από αυτά τυχαίνει να είναι και έξυπνα, από ένα σημείο και μετά δε βάζουν σχεδόν καθόλου κεφάλι κάτω για τον ντορό, παρά τα βλέπεις να καλπάζουν με το κεφάλι ψηλά, να χάνονται απ’ τα μάτια σου και σε λίγα λεπτά βροντούν οι πλαγιές απ’ τα κλιαφίσματα. Απλούστατα, γνωρίζουν πού γιατακιάζουν οι λαγοί ή τα αγριογούρουνα και κατευθείαν ψάχνουν γιατάκια και όχι πλέον ντορό και χνάρια.
Οι συνέπειες του “τοπικισμού” στους Ιχνηλάτες
Όπως είναι εύκολο να καταλάβουμε, αυτά τα σκυλιά πολύ δύσκολα θα συνηθίσουν σε ξένο περιβάλλον με ξένο κυνηγό. Ο βασικότερος λόγος είναι ότι δε νιώθουν ασφάλεια. Φοβούνται, έρχονται συνέχεια πίσω μας, ψάχνουν λίγο και γυρίζουν πίσω. Θυμάμαι έναν ωραίο ελληνικό Ιχνηλάτη που πήραμε με δοκιμή από έναν τσοπάνο. Στην περιοχή του ήταν “καθηγητής”, μόλις όμως άλλαξε μέρος, κατάλαβα ότι ένιωθε μελαγχολία, δεν είχε όρεξη για τίποτα, αν και τώρα ζούσε πλουσιοπάροχα μαζί μου με καλό φαγητό, χάδια και αγάπη.
Όταν τον πήγαινα στο βουνό για κυνήγι, μόλις άκουγε τα τροκάνια των κοπαδιών που βοσκούσαν παρακάτω, έπιανε το ψηλότερο σημείο κι αγνάντευε αλυχτώντας κάπου-κάπου, γιατί του θύμιζαν το σπίτι του. Θα χρειαστεί ειδική εκπαίδευση προσαρμογής με συχνές εξόδους, αγάπη, υπομονή και πολύς χρόνος. Το σκυλί δεν ξεχνά ποτέ το μέρος που μεγάλωσε και επειδή δεν έμαθε ποτέ να μισεί -ένα σημείο που θα μπορούσαμε να ποντάρουμε για ένα πρώην βάναυσο και κακό αφεντικό- ποτέ δεν είμαστε σίγουροι πότε θα ξεχάσει το παρελθόν του και θα συνεχίσει με μας. Πάντως, αν δε βιαζόμαστε πολύ, πρέπει να περιμένουμε μία κυνηγετική περίοδο, όπου θα του μάθουμε καινούργια μέρη και νέους τρόπους συμπεριφοράς. Εξαρτάται καθαρά από την ιδιοσυγκρασία του σκύλου πόσο γρήγορα θα επανέλθει, εφόσον εμείς κάνουμε το καλύτερο γι’ αυτόν.
Η πρώτη μέρα της εκπαίδευσης σε ελεύθερο χώρο
Συνεχίζουμε, λοιπόν, την εκπαίδευση σε ελεύθερη περιοχή, όπως περιέγραψα παραπάνω. Θα χρειαστούμε ένα πιστόλι αερίου με πολύ θόρυβο ή το όπλο μας, αν επιτρέπεται το κυνήγι. Παίρνουμε ένα λαγό και τον αφήνουμε σ’ ένα λιβάδι, χωρίς να τον δει ο σκύλος. Ο λαγός μετά από λίγο θα περπατήσει, για να κρυφτεί. Εμείς παρακολουθούμε την πορεία του. Μετά από λίγη ώρα παίρνουμε το σκύλο με το λουρί και τον πάμε εκεί που αφήσαμε το λαγό. Αυτό το κάνουμε επίτηδες, γιατί μ’ αυτόν τον τρόπο τον αναγκάζουμε να μυρίσει μόνο τα ίχνη του δικού μας λαγού και όχι οτιδήποτε άλλο έχει περάσει από ’κει.
Τον μαθαίνουμε δηλαδή αυτή τη στιγμή να κυνηγά μόνο λαγό. Μόλις πάρει τον ντορό σωστά, τον λύνουμε με τρόπο και προσέχουμε από δω και πέρα τι πρόοδο δείχνει. Αν σε κάποια στιγμή χάσει τον ντορό και τρέχει απρογραμμάτιστα, τον φωνάζουμε να έρθει κοντά μας και τον βάζουμε πάλι στον ντορό. Υπάρχει περίπτωση να πέσει σε άλλο ντορό (αλεπού, άλλος λαγός) και να τον ακολουθήσει κανονικά, οπότε πάλι τον φωνάζουμε κοντά μας και τον αναγκάζουμε να μυρίσει τα χνάρια του δικού μας λαγού.
Το σημαντικότερο στοιχείο εδώ είναι η υπακοή: ο σκύλος πρέπει να έρχεται αμέσως κοντά μας, μόλις τον φωνάζουμε, όπως έχει τονιστεί προηγουμένως. Αν δεν καταφέραμε μέχρι τώρα την υπακοή, εκπαίδευση δε γίνεται. Αφού τελικά καταφέρει ο σκύλος να φτάσει στο γιατάκι και να ξεσηκώσει το λαγό, εμείς την ώρα που φεύγει, ρίχνουμε δύο τουφεκιές στον αέρα και συγχρόνως φωνάζουμε “πάρ’ το… πάρ’ το…”. Αυτό το κάνουμε για να συνδυάσει ο σκύλος την καταδίωξη με την τουφεκιά και την εντολή “πάρ’ το” που σημαίνει “κυνήγησέ τον”, και την έχει μάθει στα προηγούμενα μαθήματα.
Τον αφήνουμε να συνεχίσει την καταδίωξη και επεμβαίνουμε μόνο στην περίπτωση που σταματήσει ή γυρίσει πίσω. Τότε τον παρακινούμε προς την πορεία του λαγού λέγοντας “ψάξε” για να πάρει τα ίχνη και “πάρ’ το” όταν ξαναμπεί κανονικά στον ντορό. Μετά από πολλή ώρα, αφού θα έχει χάσει το λαγό και ο ίδιος θα έχει κουραστεί από την καταδίωξη, τον φωνάζουμε κοντά μας και τον υποδεχόμαστε με γλυκόλογα και χάδια, δίνοντάς του και κανένα μεζεδάκι. Σ’ αυτό το σημείο ολοκληρώνεται το πρόγραμμα της πρώτης ημέρας στην εκπαίδευση σε ελεύθερο χώρο.
Η επόμενη μέρα
Η προηγούμενη άσκηση μπορεί να επαναληφθεί ακόμη μία φορά την επόμενη μέρα, αν βέβαια έχουμε λαγό. Αυτή τη φορά θα έχουμε μαζί μας και το όπλο. Σ’ αυτό το σημείο της εκπαίδευσης, θα του δείξουμε τον ντορό, αλλά θα τον αφήσουμε να ψάξει μόνος του. Απλώς θα τον βοηθάμε διακριτικά να βρίσκεται κοντά στα χνάρια.
Αφού σηκώσει το λαγό και αρχίσει η καταδίωξη, ρίχνουμε δύο τουφεκιές στον αέρα και μετά πιάνουμε καρτέρι σ’ ένα σημείο απ’ όπου θα γυρίσει ο λαγός (έχουμε εντοπίσει από την προηγούμενη μέρα τα σημεία επιστροφής, άλλωστε, επειδή ο λαγός δε γνωρίζει καλά την περιοχή, θα γυρίσει πίσω πολύ γρήγορα). Ρίχνουμε στο λαγό μόλις περάσει στο καρτέρι μας, δεν τον πειράζουμε καθόλου και περιμένουμε το σκύλο να έρθει- και του δίνουμε την εντολή “φέρ’ το”. Τον χαιδεύουμε και του δίνουμε κι ένα μεζεδάκι. Πηγαίνοντας προς το αυτοκίνητο, δίνουμε το λαγό στο σκύλο για να τον μεταφέρει και σε μεγαλύτερες αποστάσεις.
Ολοκληρωμένη εκπαίδευση
Συνεχίζοντας, την επόμενη φορά πάμε σε άλλο παρόμοιο μέρος με δύο λαγούς ή ένα αγριοκούνελο και ένα λαγό. Ελευθερώνουμε πρώτα το λαγό και παρατηρούμε τις κινήσεις του. Μετά από μισή ώρα περίπου παίρνουμε το αγριοκούνελο ή τον άλλο λαγό και τον αφήνουμε με τέτοιο τρόπο, ώστε μόλις περπατήσει, να διασταυρωθούν τα χνάρια του με τον πρώτο ή τον σβαρνίζουμε και δημιουργούμε εμείς τις διασταυρώσεις, φροντίζοντας, όταν τον ελευθερώσουμε, να πάρει διαφορετική πορεία από τον πρώτο, με σκοπό τα γιατάκια να είναι μακριά.
Με αυτή την άσκηση θέλουμε να μάθουμε στο σκύλο μας να δουλεύει ολοκληρωμένα και σωστά, όπως στο κανονικό κυνήγι, που θα ξεκινήσει μετά την εκπαίδευση. Ωστόσο, η εκπαίδευση στην ουσία δεν τελειώνει σ’ αυτή την ηλικία. Ένας σκύλος θεωρείται ολοκληρωμένος σε ηλικία τεσσάρων ετών περίπου, χρονικό διάστημα που κανονικά θα έχει κυνηγήσει τρεις κυνηγετικές περιόδους, λίγες στην πράξη για την απόκτηση μεγάλης εμπειρίας.
Περιμένουμε λίγη ώρα και μετά πάμε το σκύλο με το λουρί στον ντορό του αγριοκούνελου ή του πρώτου λαγού. Τον αφήνουμε ελεύθερο να ντοριάσει και προσέχουμε, στο σημείο όπου θα συναντήσει τα ίχνη του δεύτερου λαγού, τις αντιδράσεις του. Σίγουρα σ’ αυτό το σημείο θα προβληματιστεί με τα δεύτερα χνάρια, θα πάει πίσω-μπροστά, θα κάνει κύκλους, μέχρι να αποφασίσει ποιον ντορό ν’ ακολουθήσει. Εμείς δεν μιλάμε καθόλου, απλώς παρακολουθούμε όλη τη σκηνή.
Αν μετά την όλη διεργασία ξεκόψει τον πρώτο ντορό (αγριοκούνελος), έχουν όλα καλώς και πρέπει να νιώθουμε ευχαριστημένοι, αν όμως πάρει τον ντορό τού δεύτερου λαγού, τον φωνάζουμε κοντά μας και του δείχνουμε τον ντορό που είχε. Αφού καταφέρουμε ν’ ακολουθήσει τον πρώτο ντορό, συνεχίζουμε το κυνήγι, μέχρι να ξεσηκώσει το αγριοκούνελο. Φροντίζουμε με το ξεπέταγμα να είμαστε κοντά, για να τουφεκίσουμε άμεσα και να το σκοτώσουμε. Κανονικά πρέπει να μας το φέρει στο στόμα. Αν δεν το κάνει, τον διατάζουμε “φέρ’ το” και θα υπακούσει γιατί ήδη έχει μάθει το απόρτ.
Κάνουμε ένα μικρό διάλειμμα, παίζοντας με το σκύλο, για να του δείξουμε ότι έκανε σωστά τη δουλειά του. Μετά από λίγη ώρα τον παίρνουμε με το λουρί του και τον βάζουμε στον ντορό του δεύτερου λαγού. Τον αφήνουμε να ψάξει ελεύθερα και επεμβαίνουμε μόνο στην περίπτωση που στα διασταυρωμένα χνάρια θα πάρει λάθος ντορό (του αγριοκούνελου). Φροντίζουμε να είμαστε κοντά, όταν θα ξεσηκώσει το λαγό και ρίχνουμε ένα ντουμπλέ στον αέρα για να μανιωθεί στην καταδίωξη, φωνάζοντας συγχρόνως “πάρ’ το”. Ο λαγός, επειδή δε γνωρίζει την περιοχή, θα γυρίσει πολύ γρήγορα απ’ το μέρος που σηκώθηκε.
Εμείς κρυμμένοι κάπου εκεί κοντά, τον περιμένουμε και τον σκοτώνουμε με την πρώτη ευκαιρία. Τον αφήνουμε εκεί που έπεσε και περιμένουμε το σκύλο να μας τον φέρει στο στόμα. Τελείωσε και αυτή η ημέρα, η οποία από εκπαιδευτική άποψη ήταν πολύ πετυχημένη (αν όλα γίνουν όπως τα περιγράφουμε) και παραγωγική.Ουσιαστικά, οι παραπάνω ασκήσεις είναι μαθήματα εξοικείωσης με το πραγματικό κυνήγι και όσο ο σκύλος μας τα κάνει όλα σωστά, τόσο πιο εύκολα θα αντιμετωπίσει τις διάφορες δυσκολίες ιχνηλασίας και καταδίωξης στο πραγματικά ελεύθερο κυνήγι.
Ελεύθερο κυνήγι
Θεωρητικά, έχουμε τελειώσει την προγραμματισμένη εκπαίδευση στον ελεύθερο χώρο, όπου ελέγχαμε κατά κάποιον τρόπο τη συμπεριφορά του θηράματος. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ποτέ πως ο έλεγχος του σκύλου μας, σ’ όλες του τις ενέργειες, είναι καθαρά δική μας υποχρέωση.
Τα μαθήματα υπακοής αρχίζουν από τη μέρα που θα μπει ο σκύλος στο σπίτι μας ή την αυλή μας και σταματούν τη στιγμή που θα είμαστε σίγουροι ότι μπήκαν και καταγράφηκαν στο μυαλό του, άσχετα με την ηλικία του. Πριν μπούμε σ’ αυτή τη φάση της εκπαίδευσης, κάνοντας έναν απολογισμό των αποτελεσμάτων των προηγούμενων φάσεων, πρέπει απαραίτητα ο σκύλος να κάνει τα παρακάτω:
1. Να υπακούει άμεσα χωρίς περιστροφές και αρνήσεις, όταν τον φωνάζουμε.
2. Να περνάει με ευκολία τα εμπόδια του εδάφους.
3. Να ιχνηλατεί σωστά, ξεχωρίζοντας τον ντορό του συγκεκριμένου ζώου που άρχισε να μυρίζει.
4. Να κάνει σωστή καταδίωξη.
5. Να κάνει απόρτ.
Η καλύτερη περίπτωση είναι να συνδυάσουμε την εκπαίδευση στο ελεύθερο κυνήγι με το άνοιγμα της θήρας, για να έχουμε μπροστά μας όλη την περίοδο. Όπως θα παρατηρήσατε μέχρι τώρα, σ’ όλη την εκπαίδευση που έχουμε κάνει, δε χρησιμοποιήσαμε άλλο μαθημένο σκυλί, εκτός από την περίπτωση του ρυακιού ή του ποταμού, για να μάθει το κολύμπι πιο εύκολα.
Ούτε και τώρα, τουλάχιστον στην αρχή, θα χρησιμοποιήσουμε άλλο σκυλί, δικό μας ή του φίλου μας, γιατί υπάρχει ο μεγάλος κίνδυνος να καταστραφεί ό,τι οικοδομήσαμε μέχρι τώρα. Αυτή η περίοδος είναι η πιο κρίσιμη και σημαντική για την εξέλιξη της κυνηγετικής προσωπικότητας του σκύλου. Πρέπει να δουλέψει μόνος του, χωρίς τη βοήθεια άλλου, για να αποκτήσει αυτοπεποίθηση και σιγουριά για τον εαυτό του.
Ο μαθητής δίπλα στο δάσκαλο
Ποιοι είναι οι κίνδυνοι που εμφανίζονται συνήθως στο κυνήγι με άλλο σκυλί;
1. Ο βασικότερος κίνδυνος είναι ότι το μαθημένο σκυλί αναλαμβάνει όλες τις πρωτοβουλίες, με αποτέλεσμα ο μαθητής να παίζει το ρόλο του παρατηρητή.
2. Συνήθως τα μαθημένα ξεσηκώνουν το λαγό (κανένα δεν περιμένει το μαθητή) και ο μαθητής παίρνει μέρος μόνο στην καταδίωξη. Γίνεται “λαγωνικό”, “διώκτης”.
3. Πάνω στο κυνήγι όλα τα σκυλιά έχουν μεγάλο ανταγωνισμό, με αποτέλεσμα τα “άμαθα” να χάνουν το παιχνίδι σε σχέση με τα μαθημένα και να κάνουν πράγματα αλλοπρόσαλλα.
4. Ό,τι μειονέκτημα έχει το παλιό σκυλί, θα το μεταδώσει και στο νέο.
5. Δεν μπορούμε να έχουμε τον αποκλειστικό έλεγχο σε δεδομένη στιγμή.
Για ν’ αποφύγουμε τους κινδύνους που μας επιφυλάσσει το κυνήγι με αρχάριους και έμπειρους σκύλους μαζί, πρέπει να κυνηγήσουμε μόνοι μας τόσο διάστημα όσο χρειάζεται να αποκτήσει ο σκύλος εμπειρία και σιγουριά, έτσι ώστε όταν βρεθεί με άλλα σκυλιά να μην επηρεάζεται καθόλου.
Θα χωρίσουμε τη συγκεκριμένη κυνηγετική περίοδο σε δύο χρονικά διαστήματα. Από 15 Σεπτεμβρίου μέχρι 15 Νοεμβρίου θα κυνηγήσουμε μόνοι μας. Το υπόλοιπο διάστημα που μένει, θα κυνηγήσουμε με άλλο σκυλί εναλλάξ, δηλαδή μία έξοδο μαζί, μία μόνοι μας. Πρέπει βέβαια το παλιό σκυλί να είναι σε γενικές γραμμές άριστο, ήπιο, ήρεμο, μεγάλης ηλικίας (5 χρόνων και πάνω) και κατά προτίμηση θηλυκό. Δηλαδή, αν μπορούμε, ας αποφύγουμε τα σκυλιά μας να είναι και τα δύο αρσενικά, γιατί, όπως όλοι γνωρίζετε, δύο αρσενικά τις περισσότερες φορές δεν τα πάνε καλά μαζί και μαλώνουν πιο εύκολα. Αν δεν υπάρχει τέτοιο σκυλί, καλύτερα να κυνηγήσουμε όλη την περίοδο μόνοι μας.
Συνήθως οι γέννες στα σκυλιά γίνονται την άνοιξη και το φθινόπωρο. Όσα είναι γεννημένα την άνοιξη, στην ηλικία των 10 μηνών που ξεκινάμε την εκπαίδευση, είναι πάλι η ίδια εποχή και έχουν την ευκαιρία να περάσουν τη φάση της ειδικής εκπαίδευσης μέχρι το Σεπτέμβρη και άμεσα να μπουν στη φάση του ελεύθερου κυνηγίου, συγχρόνως με το άνοιγμα της θήρας, σε πραγματικό κυνήγι, με όπλο πλέον.
Όσα γεννήθηκαν το φθινόπωρο, θα συμπληρώσουν τους 10 μήνες σχεδόν την ίδια εποχή, μέσα στην κυνηγετική περίοδο. Δεν πρέπει να κάνουμε το λάθος που κάνουν σχεδόν όλοι, επειδή νομίζουν ότι είναι η σωστή μέθοδος ή δε θέλουν να χάσουν κυνηγετικές μέρες, δηλαδή να εκπαιδεύσουμε τον άπειρο Ιχνηλάτη κατευθείαν στο άγριο θήραμα. Πρέπει να σπείρουμε σωστά για να θερίσουμε, διαφορετικά, σχεδόν 100%, έχουμε αποτύχει.
Η σημασία της σωστής εκπαίδευσης
Το θέμα δεν είναι να έχεις έναν Ιχνηλάτη που θα σηκώνει απλώς ένα λαγό ή αγριογούρουνο. Η ουσία είναι η ποιότητα της δουλειάς που κάνει και η ποιότητα θέλει κόπο, υπομονή και επιμονή, χρειάζεται εκπαίδευση. Όπως έχω αναφέρει παραπάνω, η φυσιολογία του σκύλου είναι το σημαντικότερο στοιχείο που εκμεταλλεύεται ο κυνηγός για να συνεργαστεί μαζί του και θα τη μάθει μόνο μέσα απ’ την ελεγχόμενη εκπαίδευση. Δεν πειράζει που ο σκύλος μας θα μπει στο πραγματικό κυνήγι την επόμενη περίοδο, σε ηλικία περίπου 2 ετών.
Αν εκπαιδευτεί σωστά τη “νεκρή” περίοδο, τον άλλο Σεπτέμβρη θα είναι πανέτοιμος και «έμπειρος» για το πραγματικό κυνήγι, όπου θα αποδώσει τα μέγιστα. Ιχνηλάτες ηλικίας 3 ή 4 ετών που δεν εκπαιδεύτηκαν σωστά και αφέθηκαν στη φύση και την τύχη τους, συγκρινόμενοι με έναν τέλεια εκπαιδευμένο Ιχνηλάτη στα μισά τους χρόνια, είναι πολύ κατώτεροι σε όλα. Ό,τι χάσαμε σε χρόνο, το κερδίσαμε σε έργο, σε ουσία!
Ξεκινάμε, λοιπόν, τη νέα κυνηγετική περίοδο, με το σκύλο μας σε ηλικία 1,5 ή 2 ετών. Σ’ αυτή τη φάση θα δούμε τον τρόπο που εργάζεται, πόσα πράγματα κάνει σωστά και πόσα λάθος. Όταν γίνονται λάθη δε θα ρίξουμε το βάρος κατευθείαν στο σκύλο, αλλά θα αναλύσουμε πολλούς παράγοντες: τον καιρό, το έδαφος, τη διάθεση του σκύλου, το θήραμα.
Τις περισσότερες φορές ο καιρός είναι διαφορετικός απ’ αυτόν που ακούσαμε στην τηλεόραση ή το ραδιόφωνο και αλλάζει από περιοχή σε περιοχή.
Εξετάζουμε αν το έδαφος έχει επηρεάσει το σκύλο. Μήπως δεν του έχουμε μάθει το πυκνό ή το πετρωτό και γενικά το δύσκολο; Είναι ζωηρός και δραστήριος; Είναι σε φόρμα, όπως λέμε;
Ένας νέος λαγός δε θα του δημιουργήσει προβλήματα, ενώ ένας παλιός θα τον φέρει σε πολύ δύσκολη θέση και αδιέξοδα. Οι νέοι λαγοί συνήθως βόσκουν σε μικρές αποστάσεις από το γιατάκι τους, ενώ οι παλιοί κάνουν πολλά μέτρα και χιλιόμετρα όλο το βράδυ. Αν πέσει σε νέο λαγό, και πιο εύκολα θα τον βρει και πιο εύκολη καταδίωξη θα κάνει, γιατί ο μικρός λαγός γυρίζει γρήγορα στην περιοχή του. Αν πέσει σε παλιό λαγό, θα τον βρει πιο δύσκολα, γιατί ο παλιός λαγός κάνει χίλιες δυο μετακινήσεις, μέχρι να λουφάξει στο γιατάκι του.
Στην καταδίωξη, δε, θα απομακρυνθεί ακόμα και χιλιόμετρα μακριά απ’ την περιοχή του, κάνοντας τα γνωστά κόλπα για ν’ αποφύγει το σκύλο, με αποτέλεσμα πολλές φορές να χάνει τον ντορό και να μη συνεχίζει. Σ’ αυτές τις δύσκολες περιπτώσεις επεμβαίνουμε και βοηθάμε το σκύλο, βάζοντάς τον ξανά στον ντορό, όπως κάναμε στα μαθήματα της εκπαίδευσης.
Όλη αυτή η κυνηγετική περίοδος θα περάσει κυνηγώντας τακτικά, με αποτέλεσμα την απόκτηση εμπειρίας στο άγριο θήραμα και ανεβάζοντας το επίπεδο του σκύλου. Η επόμενη περίοδος φυσιολογικά θα είναι καλύτερη. Τώρα μπορούμε άφοβα να κυνηγήσουμε παρέα με άλλους κυνηγούς και άλλα σκυλιά. Δεν έχουμε πρόβλημα ούτε εμείς, αλλά ούτε και ο σκύλος μας. Στο εξής κάθε μέρα και κάθε κυνηγετική εποχή θα είναι καλύτερη…